Ερωτικό (1)

Ήρθε και με βρήκε απροετοίμαστο. Παρότι την περίμενα. Αργότερα ξεκαθάρισε πως ήταν ένα κλισέ. Ένα κλισέ από τη χώρα της. Σκέφτηκα πως δεν γνώριζε να αγαπά. Έκανα όμως λάθος. Γνώριζε ν΄αγαπά, απλά δεν αγαπούσε εμένα. Από ένστικτο μάλλον δεν ήθελα να το παραδεχτώ, γιατί έτσι θα κατέρρεαν όλες οι υποθέσεις και τα συμπεράσματα μου. Και τελικά, πιθανόν ούτε αυτό το συμπέρασμα να είναι το σωστότερο. Η μνήμη πέφτει σε αντιφάσεις που δείχνουν και άλλες ερμηνείες, ή άλλα βήματα που ίσως να απέφευγαν το τέλος. Όμως κάπου πρέπει να καταλήξω απέναντι στην έλλειψη απαντήσεων, απέναντι στην δική της έλλειψη στη ζωή μου. Το ζούσα μόνο επειδή ήμουν ενθουσιασμένος, ήμουν τυφλός. Τώρα χαμένα όλα. Χαμένος ήταν εκείνος ο μικρός χρόνος, ο ιδανικός. Ψέματα, όλα. Αν συνεχίσω να τη σκέφτομαι, μόνο θα χάνω. Ήδη έχασα αρκετά. Τι ακριβώς έχασα; Δε ξέρω. Οι ωφελιμιστικές αναφορές αυτών των κριτηρίων (οι οποίες με αηδιάζουν), είναι μια αρχή αυτοκριτικής.

IMG_9260.2

https://www.youtube.com/watch?v=p5AOAMRaWvM * Επέλεξε μια συγκεκριμένη αφήγηση για το τι ήμουν, και την κράτησε. Το έκανε εύκολο για τον εαυτό της από την αρχή. Ήταν άδικο. Έπρεπε λοιπόν κι εγώ να προστατέψω τον εαυτό μου. Με έκανε να φανώ δειλός κι απατεώνας, ενώ εκείνη δεν έδινε πολλά και με τον σκιώδη τρόπο της, μόνο απαιτούσε. Τη δική της εικόνα δεν τη λογάριασε. Η σιγουριά της ήταν πεισματική. Σκύλιαζε σε κάθε απόπειρα κριτικής. * Ίσως και να με βγάζω λάδι. Έστω κι αν δεν ήταν η κατάλληλη, η δική σου κατάσταση είναι ίσως πιο αινιγματική. Τι είδες εκεί που τα έκανε τάχα όλα δυνατά; Τι τάχα υπήρξε, ικανό να σβήσει όλες αυτές τις δυσκολίες; Και τι πάει να πει “η κατάλληλη”; Έλλειπε τελικά εκείνο που θα ήθελες περισσότερο. Εκείνο το απροσδιόριστο. Κι ίσως, να το έχασες κι εσύ, καθώς η ασαφής ιδέα, απογυμνώθηκε από την πραγματικότητα όταν εκείνη είπε τα “ναι” μετά από ατελείωτα “όχι”. Ήθελες μια τελειότητα από την πλευρά της, την οποία η ίδια δεν αναγνώριζε ως τελειότητα. Κι ούτε και ήθελε ή ώφειλε, ν’ ανταποκριθεί στα στάνταρ που έθετες εσύ. Στο δικό σου ρόλο, τον “αθώο”, βρίσκεται η ασυμβατότητα απαιτήσεων, αθόρυβων, πνιγηρών. Και η αδυναμία της ν’ ανταποκριθεί. Κυρίως, η αδυναμία της να πει όχι, από σαγήνη κυρίως. Την ανέβασες σε επίπεδο που η ίδια δεν φανταζόταν ποτέ ότι της άξιζε. Αφού τα έδωσες εύκολα, εκείνη τα πήρε δεδομένα. Και τα χαράμισε ακόμα πιο εύκολα. * Δύο κορίτσια άκουγαν την ίδια μουσική μ’ εμένα. Για την πρώτη, όταν τη γνώρισα, όταν ήρθε σ’εμένα, ήταν μια μικρή αποκάλυψη, καθώς έφερε μαζί της την εκπλήρωση των στίχων. Για τη δεύτερη, ήταν πια μόνο κάτι ελκυστικό. Ακούγαν και οι δύο τα ίδια σκοτεινά τραγούδια μέσα στον ήλιο. Με καμία τους δεν μιλάω πια. Τις σιχάθηκα και τις δύο. Και περισσότερο, σιχάθηκα τον εαυτό μου, για τα κορίτσια βγαλμένα από τους στίχους και τους ήχους. Τους στίχους που έγραφαν παιδιά, σαν κι εμένα περίπου, με βάση τα λίγα που ήξεραν. Τους τόσο λίγους που κάποτε τα έλεγαν “όλα”. http://www.youtube.com/watch?v=fx34PgQ06RI

Ιστορίες ανέργων

IMG_0771

(Όχι, δεν είναι στην Ελλάδα τραβηγμένη η φωτογραφία. Είναι στο Βορρά. Μπάνια στη Βαλτική. Έχουν όριο οι περιπέτειες; Ή και καλύτερα, να τα δούμε όλα αυτά ως περιπέτεια; Ή ν΄αφήσουμε αυτές τις κατηγορίες κατά μέρος, έτσι ώστε να μην υπονοείται η αναφορά της ‘κανονικής ζωής’;)

-Περιπέτεια σε σχέση με τι; Ποιο είναι το περιπετειώδες και που βρίσκεται; Αν όντως βρίσκεται έξω από τους νόμους της αγοράς, πως θα το φτάσουμε;

Μετά από την καλή κίνηση της δημιουργίας του ιστολογίου με τίτλο ‘το ημερολόγιο ενός ανέργου’, που λειτουργεί ως φόρουμ έκφρασης και αναζήτησης για τους ‘ανέργους’, ήρθε το βιβλίο με κάποιες από τις καταχωρήσεις εκεί. Το βιβλίο αποτελεί μια ενότητα που σκιαγραφεί ένα πολύπλευρο πορτραίτο της ανεργίας στη σημερινή Ελλάδα, ξεπερνώντας τη κυρίαρχη αφήγηση της ανεργίας, η οποία και αφορά το (αναμφισβήτητο) δράμα που βιώνει η πλειοψηφία των ανέργων.

Έχει μεγάλη σημασία να διαβάσει κανείς ολόκληρο το βιβλίο, για να δει τις πολλές όψεις και πτυχές της κατάστασης του ανέργου και του βιώματος της ανεργίας. Πέραν των στερεοτύπων, που αποδυναμώνουν το ζωντανό υποκείμενο που αντικειμενικοποιείται μέσα από τον περιοριστικό τίτλο του ‘ανέργου’ (κι έτσι παθητικοποιείται και παρουσιάζεται ως μια μονάδα μιας πανομοιότυπης μάζας), η ανεργία είναι μια κατάσταση πολλών ταχυτήτων που εμπλέκει (και ίσως ενώνει) πολλούς διαφορετικούς μεταξύ τους ανθρώπους.

Η ανεργία επίσης είναι ένας τίτλος που σου κολλάει (το σύστημα;) η κατάσταση που θέλει τη ζωή να βασίζεται στους σύγχρονους, επίσημους όρους εργασίας. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να βάφει το σπίτι του για μέρες, ή να σκαλίζει τον κήπο του, και παρόλαυτά, να θεωρείται άνεργος, γιατί δεν ανταλλάζει τις ώρες που χρειάζονται για να παράξει το έργο του, με χρήματα. Ή, γιατί το έργο είναι ασαφές και δεν μπαίνει στα αυστηρά καλούπια των κατηγοριών που έχει φτιάξει ο αστικός και βιομηχανικός τρόπος ζωής και παραγωγής. Η μητέρα που προσέχει το βρέφος είναι άνεργη αν δεν κάνει κάτι άλλο. Ο ποιητής που γράφει στίχους (δίχως απαραίτητα να τους εκδίδει), είναι επίσης άνεργος.

20140627_103449

Η λέξη ‘άνεργος’ σημαίνει ότι κάποιος δεν κάνει κάτι. Για την ακρίβεια, ότι δεν κάνει κάτι παραγωγικό, με όρους αγοράς. Ότι αυτά που ασχολείται δεν μπορεί να τα πουλήσει. Εκεί πάνω φτιάχνεται ένα τεράστιο παραμύθι (το οποίο συχνά γίνεται υπαρξιακό, καθώς η αξία η ίδια του ανθρώπου φτάνει να μετριέται από το πόσο θα καταφέρει να πουλήσει ό,τι κάνει) που σε μεγάλο βαθμό, πατάει και το μάρκετινγκ. Ας προσπαθήσουμε να σκεφτούμε λοιπόν την ανεργία ως μια αποπροσανατολιστική λέξη, που πατάει πάνω στις πραγμοποιήσεις (reification), στους εξορθολογισμούς της εργασίας από το 18ο αιώνα κι ύστερα, που αφορά την παραγωγικότητα για την κεφαλαιική συσσώρευση και κερδοφορία. Όλα τα υπόλοιπα έτσι, έπαψαν να θεωρούνται ΄δουλειά’.

Η ανεργία βιώνεται συχνά ως ντροπή. Γιατί εξαθλιώνει. Γιατί δεν έχουμε δυνατότητες βιοπορισμού, αποκομμένοι από τις τέχνες και τις εμπειρίες της παραγωγής, αποκομμένοι από το πείραμα με πράγματα και καταστάσεις.

Το ζήτημα βεβαίως έχει να κάνει με την αδυναμία προσπορισμού, που ακολουθεί τη συνθήκη της ανεργίας. Ο βιομηχανικός πολιτισμός στο αστικό του πλαίσιο, οργανώνει της συνθήκες σπάνης, μέσα από νόμους, φορολογίες, περιφράξεις των κοινών (νερό, φυσικοί χώροι, τροφή, πνευματικές δημιουργίες…), και των μέσων παραγωγής, σε καθεστώτα μονοπωλιακής ιδιοκτησίας. Έτσι οι άνθρωποι, αποκομμένοι από τις εναλλακτικές για μια άλλη ζωή, είναι αναγκασμένοι να έχουν μόνο αυτό που το κεφάλαιο ονομάζει «εργατική δύναμη» να πουλήσουν, προκειμένου να επιβιώσουν. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς την ανισότητα που υπάρχει θεμελιακά στην οικονομία του κεφαλαίου, με όποιο όνομα κι αν την μεταμφιέσουν (π.χ. ελεύθερη αγορά κτλ). Μια ανισότητα που ποτέ δεν ξεπερνιέται με τους όρους που σου θέτει το σύστημα.

 

IMG_0755

Ποιά η σημασία όλων αυτών, ρωτούν συχνά κάποιοι τάχα δύσπιστοι. Θα μας δώσουν αυτά άραγε δουλειά;

Ας μην είμαστε μικρόμυαλοι και πικροί. Πρέπει να ξεκινήσουμε να σκεφτόμαστε και να συζητάμε. Αντικειμενικά, δεν υπάρχουν ‘δουλειές’ για ολοένα και περισσότερους. Δουλειές με όρους σχετικώς ανθρώπινους, στα όρια πάντα του αστικού προτύπου, μια καταθλιπτική συνθήκη ζωής, εξ αρχής. Οι δουλειές που ετοιμάζονται, είναι δουλειές για σκλάβους. Αυτή είναι η αλήθεια. Ας δει κανείς την Κίνα, την Αμερική και τα περισσότερα μέρη του κόσμου σήμερα. Ας κοιτάξει εκεί τις μεγάλες πλειοψηφίες των ανθρώπων εκεί, τις μικρομεσαίες τάξεις και όσους πέφτουν έξω από αυτές. Η ζωή του ανθρώπου εκεί δεν έχει καμία αξία. Ο άνθρωπος για το κεφάλαιο είναι μια αναλώσιμη μηχανή, που χρειάζεται για να βάζει μπρός άλλες μηχανές. Πρέπει επομένως να σκεφτούμε το ζήτημα της δουλειάς από την αρχή. Θεμελιακά. Και μαζί με αυτό και το ερώτημα της ζωής που θέλουμε να ζήσουμε.

Συχνά, ως άνεργος, φτάνεις να ρίχνεις το σφάλμα στον εαυτό σου. Βρίσκεσαι σε άρνηση. Των αιτιών της ανεργίας, της ανεργίας της ίδιας, του μέλλοντος σου. Επιμένεις να διαχωρίζεις τον εαυτό σου από τους αδικημένους, γιατί πιστεύεις στις αξίες της μπουρζουαζίας: ότι με τη σκληρή δουλειά θα πετύχεις και ότι μια μέρα όλα θα είναι δικά σου. ή, ότι θα μπορέσεις να βρεις τη γωνίτσα σου για να ιδιωτεύσεις ήσυχα, γιατί το αξίζεις. Το όνειρο του μικροαστού τελείωσε. Και δε χρειάζεται και να το κλαίμε καν. Χρεωκοπημένο ήταν πάντα και γι΄αυτό έσκασε και απότομα, μέσα στο ψέμα και στον κυνισμό.

Άλλοι θα έπρεπε να ντρέπονται. Κι αυτό δεν θα έρθει από μόνο του.

Το μυαλό πολλών θολώνει. Συχνά βοηθάει σε αυτό ο περίγυρος που είναι απορριπτικός και δεν έχει καμία ανάλυση της κοινωνικής βάσης της κατάστασης. Συχνά οι άνθρωποι στην κατάσταση της ανεργίας κρύβονται και οι ίδιοι, ηττώνται, το ρίχνουν στις καταχρήσεις, στο αλκοόλ, στο μαύρο και σε ουσίες που τους καταπίνουν ακόμα περισσότερο και τους κάνουν να αρνούνται την κατάσταση και τις προοπτικές λύσεις και δράσης, ακόμα περισσότερο. Κλείνονται έτσι στον ελάχιστο χώρο που τους απομένει, στο μυαλό τους, θολό και φτωχό από σκέψη και κρίση, ή από δυνατότητα επικοινωνίας και διαλόγου. Εμμένουν στη συνθήκη της αναποφασιστικότητας, συναινώντας στην υποβάθμιση και στον ιδιότυπο εγκλεισμό που η φτώχεια τους οργανώνει.

Και βεβαίως, είναι και οι άνθρωποι που δε ζουν μόνοι τους, μα που έχουν να αντιμετωπίσουν μια σειρά από φλέγοντα ζητήματα, υγείας κυρίως, αλλά και στέγης και διατροφής. Το κράτος δεν αφήνει τους φτωχούς ελεύθερους, γιατί η φτώχεια πρέπει να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα και να αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή για ένα παραγωγικό εργατικό δυναμικό.

To ιστολόγιο των ανέργων, αλλά και το βιβλίο,δίνουν ένα βήμα για να συζητήσουμε μια σειρά από ζητήματα, πριν καταπιούμε την κατάσταση της ανεργίας όπως έχει, μέσα από τα κούφια στατιστικά στοιχεία, και τους εξορθολογισμούς (αλλά και τις ‘λύσεις’) που την ακολουθούν. Τα ίδια τα κείμενα των ‘ανέργων’ δείχνουν διάφορους τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς, αλλά και διάφορες καταστάσεις επίσης, πάνω στη συγκεκριμένη συνθήκη.

IMG_0721

Στο βιβλίο υπάρχει και κείμενο μου, μια καταχώρηση που είχα κάνει κάποια στιγμή, όπου μιλούσα για τις δικές μου φάσεις ανεργίας και κάποιες σκέψεις μου γι’ αυτές. Συμπεριλαμβάνεται στο κεφάλαιο ‘άμεση δράση’, όπου γίνεται λόγος για μια πολιτική στάση απέναντι όχι μόνο στην ανεργία, μα κυρίως, στην εργασία καθαυτή.

Θέλουμε άραγε να γυρίσουμε σε ότι υπήρχε πριν την κρίση; Εγώ υπήρξα άνεργος και πολύ πιο πριν, την εποχή που η ‘χώρα’, ‘ζούσε’ στιγμές υποτιθέμενης ανάτασης, μέσα από την θεαματικοποίηση της με τα τερατώδη έργα για το εμπορικό και γκροτέσκο θέαμα της Ολυμπιάδος (που επέστρεφε στο σπίτι της). Γίνεται φανερό με τις προηγούμενες αναφορές, τώρα που το πράγμα της Ολυμπιάδος ξεφούσκωσε, ότι όλες οι λέξεις με τις οποίες προπαγανδίστηκε το ψευδοσυμβάν της, είναι σύμβολα κενού περιεχομένου, αποκομμένες από κάθε αντικειμενική πραγματικότητα, μην εκφράζοντας τίποτα πέραν από χοντροκομμένες ιδεολογικές φαντασιώσεις.

Θέλουμε άραγε τη δουλειά με κάποιους όρους βιώσιμους για το μικροαστικό φαντασιακό, κλείνοντας τα μάτια στην καταστροφή που η ζωή αυτή προκαλεί;

Θα πρέπει να σκεφτούμε τη συνθήκη του διαχωρισμού που φέρνει αυτή η κατάσταση. Του διαχωρισμού του ιδιωτικού ονείρου, αυτής της φούσκας που μόνο αποκομμένη δεν είναι από το συλλογικό και το ιστορικό. Όπως αποδείχτηκε ξανά, η ιστορική συνθήκη διέλυσε κάθε ιδιωτικό ανάχωμα που έστησαν οι μεγάλες μάζες, σε εξατομικευμένη κλίμακα.

Πολλοί ζητούν εξαργύρωση των πτυχίων τους και της προηγούμενης εργασιακής τους εμπειρίας. Ζητούν εξαργύρωση της ζωής τους έως σήμερα. Ο κοινωνικός τους κύκλος, εμπαθής κι εσωστρεφής, τους ρίχνει το ανάθεμα της προσωπικής ευθύνης για κάτι που δεν μπορούν να συλλάβουν με τις επιφανειακές αναφορές και τα κοινότοπα κι απλοϊκά, ερμηνευτικά σχήματα που έχουν, βγαλμένα από τις ειδήσεις και τις τηλεταινίες. Φαίνεται πως θα είναι ευχαριστημένοι αν τους δοθούν όσα τους είχαν υποσχεθεί όσοι προπαγάνδιζαν την ανταγωνιστικότητα, οι δάσκαλοι, οι φροντιστηριάδες, οι δημοσιογράφοι, οι κυβερνήσεις, οι οικογενειακοί φίλοι στους καθημερινούς ανταγωνισμούς μεταξύ οικογενειών για το ποιό τέκνο θα πάει καλύτερα από τα άλλα, σα να ήταν οι απανταχού γονείς εκτροφείς πουλαριών για τον ιππόδρομο “της ζωής”, σα να έπαιρναν επιχειρηματικά ρίσκα κάνοντας παιδία, για την επένδυση των οποίων, περίμεναν αβγάτισμα σε οικονομικό και κοινωνικό κεφάλαιο.

IMG_0720Desert-Islands-and-Other-Texts-1953-1974-Deleuze-Gilles-9781584350187

Διαβάζοντας το βιβλίο αυτό, το πολύ χρήσιμο για να στοχαστεί επιτέλους η κοινωνία αυτή ένα φλέγον πρόβλημα που την καταδυναστεύει, ας αναλογιστούμε τις μειοψηφικές, αλλά και πιο μεστές, τάσεις που προκύπτουν από την κατάσταση της ανεργίας στο αστικό μοντέλο ζωής. Τις τάσεις αυτές που εκφράζονται μέσα από διάφορετικές φωνές των ανέργων εκείνων που κοιτάζουν τη ζωή λίγο πιο πάνω από την επιφάνεια της δημοσιότητας και των κυρίαρχων λόγων και τρόπων σκέψης, και αποφασίζουν να σπάσουν τους όρους που τίθεται η συζήτηση της ανεργίας και της εργασίας σήμερα, όρους ιδιαίτερα βολικούς για τους εκμεταλλευτές της εργασίας.

Ας πάμε κι εμείς το πράγμα μακριά (όπως το πάει η εξουσία εξάλλου), τώρα που διακυβεύεται η ζωή μας η ίδια.

Σιγά μην κλάψω, σιγά μην φοβηθώ!

Καλύτερα άνεργη παρά να εργάζομαι για 200 ευρό σε επιχειρηματίες του κώλου Μια χώρα γεμάτη εργοδότες κοράκια, κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις ζόμπι.

Σιγά μη γίνω δούλος σας, ρε μαλάκες, όπου σας βρίσκω θα σας πολεμώ! Άντε μου στο διάολο ΚΟΡΑΚΙΑ!

salasala , 40 χρ. , Θεσσαλονίκη