Μιας εποχής του μίσους

Είναι βέβαια παλιά πια όλα αυτά. Ίσαμε δέκα χρονών. Είναι ένα σύνολο όμως. Ας το ονομάσουμε απάνθισμα

PENTAX Image

Κι εγώ που ήθελα πάντα να είμαι ο πρώτος
Ο ‘ένας’
Είδα λαχανιασμένος από βιασύνη,
με φουρτουνιασμένο βλέμμα
άλλους να φτάνουν στα λιμάνια
που θεώρησα δικά μου, άπαρτα μέσα
του εαυτού μου
και να περνούν με την απλότητα του ανθρώπου δίχως αξιώσεις
[Λονδίνο, 7 Σεπτέμβρη 2002]

*

Η προφητεία της Πέτρας

-Εσύ μπλε Εσύ κόκκινο Εσύ κίτρινο

Είπε η παλαβή, που οι άλλοι έλεγαν πως μύριζε

-Γιατί κίτρινο εγώ, ρώτησα, μου φάνηκε πως κάτι έλεγε πίσω από αυτό το ύφος εξηγήθηκε άμεσα.

-Κίτρινο: Φως, πόλεμος

*

Σκόρπια ημερολόγια

 

Ο ουρανός γέμισε μελανά σημεία

Πληγές

Ησυχία καμιά

Οι μέρες μου είχαν ένα χαρακτήρα επιβεβαίωσης

εξόριστος σε σκέψεις

για ταξίδια,

γυρεύοντας να βρω μία θέση

στη ζωή σου

να γινόμουν μέρος αυτού του υπέροχου κόσμου

ζώντας με κατάρες κι επαιτεία

φθονώντας πάντοτε

εντυπώσεις μου για ζωές αλλονών

που διαρκούσαν όσο μία στιγμή που μου λείπει

Έτσι λοιπόν ό,τι κι αν έκανα μετάνιωνα

‘Δε θα σου πουν οι άλλοι πότε είσαι ευτυχισμένος’

μου είπε

‘Και πότε ήμουν!’ πείσμωνα,

όσο αισθανόμουν τον κόσμο ολόκληρο να κλείνει πίσω από

τη σιγουριά σου

κρυμμένος αδημονώντας

για το κορμί σου

το γεμάτο μυστικά

κι ανομολόγητα ψέματα

Ξεκίνησα για λάθος λόγους φαίνεται

Γι’ αυτό και κάθε σούρουπο από το παράθυρο

μοιάζει να τρέχει αιμορραγώντας στους ορίζοντες

σα μία μέρα ακόμα μακριά

                                                      (2001-2002)

                                               *

PENTAX Image

Sleeping disorders

Δεν κατάφερα να κλείσω μάτι

Κατά τα ξημερώματα, άκουγα βήματα

βρήκα ευτυχώς ένα παλιό σημείωμα που έλεγε πως δεν μπορούσα να βολέψω τις μεγάλες φτερούγες μου στον ύπνο, αυτό ήταν όλο (να ήτανε άραγε γραμμένο για εμένα;)

στα παραπετάσματα του παρελθόντος και του μέλλοντος,

μου αλάφρυνε το ψυχικό φορτίο το καλοκαίρι του Βιβάλντι που ερχόταν από κάτω, ένα πάτωμα πιο χαμηλά και 3 χρόνια πιο μπροστά απόσταση

έκπτωτοι άγγελοι ξάφνου αναδύθηκαν πέραν από τις υπόνοιες καρκίνου

‘θα περάσει’, έλεγαν

το έλεγαν για όλους

τυφλοί στο δρόμο φαγώνονταν εποφθαλμιώντας να με διώξουν, έστω κι αν δε μίλαγαν για μένα απαραίτητα, αργά ή γρήγορα θα το έκαναν, γι’ αυτό κι απέφευγα τη γνωριμία τους,

‘πως έφτιαξαν έτσι τους δρόμους’ παραπονιόντουσαν, και μίλαγαν σαν καλοκουρδισμένα ρολόγια άλλοι πάσχοντας από καταρράκτη (με εκείνο το θολό το γυάλινο μάτι όλο κατάρα), άλλοι αποσυρμένοι στο πρόωρο γήρας με χαλασμένες φωνές

-στ’ αλήθεια όταν συντριβώ, θα το θεωρήσουν δικαιοσύνη.

 

νότες αλάφρυναν ανεκπλήρωτες αγκαλιές τα υποτιθέμενα φιλιά και το κενό ναι καμιά φορά ένιωθα πως ήμουν ‘πλήρης ημερών’ εγώ που δε στάθηκα τυχερός σε πρακτικά ζητήματα κι ορκίστηκα να μην ξαναγυρίσω πολλές φορές από τότε όσο ένα τσούρμο εγκάθετων έκανε αυτό που μπορούσε να παραδέρνει στο κατόπι μου, σκιά στο μέτριο κόσμο τους που θα πας οι φίλοι θα σου δώσουν σάμπως να φας φωνάζουν

*

Ό,τι ήταν ξεκάθαρο στα μάτια μου για τους άλλους ήταν αδύνατο ή αστείο Παρόλαυτα δεν πείστηκα. Μόνο έχασα την πίστη μου στους άλλους

PENTAX Image

27 χρόνια

Η έλευση της νύχτας

κωδωνοκρουσία των στεγανών αναμνήσεων της παιδικής ηλικίας,

με βρήκε σε πάροδο οικεία, κατειλημμένη από νέους περιπατητές

εχθρικά άγνωστους

για τον κάθε αλήτη αντικοινωνικό

Η έλευση της νύχτας

σήμανε απελπισία:

Κι όσο επέμενα ν’ αφήνομαι στο βάθος της, με βήμα γοργό για ν’ αποφύγω τον ίλιγγο του χρόνου που κύλαγε ούτως ή άλλως κάτω από τα πόδια μου, σαν διάδρομος γυμναστικής, οι ώρες μάτωσαν από τις ονυχιές των εφιαλτών κι ο χώρος που πάλλονταν από κορμιά και πρόσωπα αναδρομικά –τόσο ποθητά, γέμισε κρεμάλες

Το πλήθος μοίραζε κι απόψε (το σιχαίνομαι το πλήθος) συνοπτικές καταδίκες του αθέατου σε κάθε μοναδικότητα

κι όταν αυτή ζητά έξοδο από τα χρόνια -την αδύνατη στασιμότητα- ή την επιστροφή (σε τι άραγε;) σε μια συγχυσμένη αναλαμπή, η περιορισμένη αντίληψη των φίλων τη γεμίζει σκυθρωπότητα,

κι εκείνοι εννοούν να επιμένουν για εξηγήσεις!

Προδομένος από το αυθόρμητο της στιγμής, τι ειρωνεία, είδα τη θέση μου στις περιστάσεις τετελεσμένη: Κάποια από τις δύο (ή η θέση μου, ή οι περιστάσεις) είναι κατώτερη, ο χαμένος όμως εγώ

 Θεσσαλονίκη, 7/2/04

PENTAX Image

σφυροδρέπανα

Αέρας που φέρνει

Ανάκατες εικόνες

Αγάπη, αφοσίωση, κακία

Ανέμου ουρανός γαλάζιος, ειρήνης

Εικόνες φρίκης

-γκρι χολής,

και αδικίας

-κόκκινες

Αέρας αγάπης, επιθυμίας, αγάπης εικόνες

καλύτερες μέρες

Αέρας που φέρνει το αύριο

Αέρας που παρασέρνει το αύριο σε ημερομηνίες

Ιούνης, Νοέμβρης, Δεκέμβρης σφυριά, βαριοπούλες καρφώνoυν ταφόπλακες, σφυροκοπούν όνειρα

στ’ αλώνια του θανάτου, σφυράει

βοριάς δρεπανοφόρος

Αέρας του τίποτα

Το τίποτα του μαύρου ανέμου του μίσους,

που ακόνιζε μαχαίρια χρόνια

τα χρόνια που πήρε να βγάλει από πάνω του

χρόνια- μαχαίρια

Θολός σαν πρόσωπο χαμένο σε πρόσωπα, αέρας αναμνήσεων

Αέρας τραυμάτων

Όλα

*

περιθωριακοί

      H απουσία είναι

       ένα περιθώριο

στο οποίο

       οι ανίκανοι (που ιστορικά είναι πάντα η πλειοψηφία)

 εγκατέλειψαν

τους ετεροχρονισμένους

Απρίλης, 26, **04

*

Μέσα στις απόκοσμες φρίκες που προαισθάνομαι στην αδυναμία των ματιών σου

να δουν πιο πάνω από τα λόγια σου,

βρίσκεται η άρνηση που πάσχισα να συγκροτήσω

Eγώ που πάντα πίστευα στην ουτοπία

και μαύρισα την ψυχή μου από το άδικο

Η άρνηση που ενώ έμοιαζε να στυλώνει την ύπαρξη μου

τώρα δα έκλεισε πίσω από την οριστικότητα της,

όλα όσα δε μου επιτράπηκαν στους πρωτόγνωρους και μοναχικούς δρόμους

που άνοιξα ανάμεσα στην ανωριμότητα και στα ρηχά πάθη, σε νοσηρές εποχές,

γεμάτη τραγικές ειρωνείες

ανείπωτες

PENTAX Image

2 thoughts on “Μιας εποχής του μίσους

  1. ελευθεροφροσύνη και νιτσεϊκή μεγαλοστομία? ευαισθησία αντεστραμμένη? φιλοσοφικός ρομαντισμός (προφανώς, όχι του Άρλεκιν)? αυτοεξορισμός από τη συγκυρία και την πίεση εναρμόνισης με την πλειοψηφία? ξέσπασμα? επιθανάτιος ρόγχος ύστερης εφηβείας υπό καθεστώς επικλήσεων “ρεαλισμού” από το περιβάλλον?

    ωραίο μείγμα, εκρηκτικό, αληθινό και πιστή αντανάκλαση ανησυχιών που μοιράζονται και άλλοι. έτσι όμως δεν είναι και τόσο απομονωμένος ο συγγραφέας μας.. εντάξει δεν είμαστε και πλειοψηφία. δε χρειάζεται αυτό, αν και για μια μέρα έστω θα ήταν ωραίο.

    ετεροτοπίες ή και ετεροχρονίες? (δεν είναι δόκιμη βέβαια η λέξη, αλλά καταλαβαίνεις τι εννοώ)
    όλα φευγαλέα είναι αλλά όχι ηχηρές κενές εικόνες (δεν είναι διαφημίσεις που εναλλάσσονται). κουβαλάνε συναισθήματα και αναμνήσεις. μαζί τους χάνεται κάτι από εμάς. εσύ γράφεις και θα τα θυμάσαι. άλλοι ίσως και να μη θέλουν να σηκώσουν αυτό το βάρος (δειλία, ντροπή ως τίμημα για μια “ανεμελιά” και επικέντρωση στο πολύχρωμο παρόν). άλλοι δηλαδή εγώ και πολλοί άλλοι

    • Ξεχώρισα μερικά παλιά ποιήματα (ή καλύτερα, ελεύθερες εκφράσεις), από αυτά που δεν κατάστρεψα και είπα να τα ανεβάσω εδώ. Περισσότερο ως πείραμα, να δω αν λένε κάτι και αν κολλάνε με τα υπόλοιπα που έχω αναρτήσει. Γενικά είναι χώρος πειραματισμού το ιστολόγιο αυτό, ιδίως επειδή το να βγάζει κανείς βιβλία σήμερα είναι πολύ δύσκολη υπόθεση.
      Τα ποιήματα αυτά (αν μπορούμε να τα ονομάσουμε έτσι, καταχρηστικά έστω), γράφτηκαν την εποχή της υποτιθέμενης ακμής, Ολυμπιάδας κτλ.
      Εκφράζουν δυσκολία, δυσνεξία και αρνητικότητα, τάσεις φυγής και μετεφηβικές εξεγέρσεις, καθώς και μια προσπάθεια και συνάμα το όριο της, κατανόησης (αδυναμίας κατανόησης καλύτερα) του εαυτού. Κατά τη γνώμη μου, υπάρχουν μόνο κάποια σπέρματα κάποιων εύστοχων εκφράσεων μέσα σε αυτά τα παλιά γραπτά, τα ελαφρώς πομπώδη και εσωστρεφή. Ευχαριστώ για την ανάγνωση και τα εύστοχα σχόλια και πάλι!

Leave a reply to Paraskeuas Tsiknopemptis Cancel reply